top of page
ΓΑΤΑΚΙ_edited.png

Λούνα, η Χαρισματική

Μία γάτα που ,εξαιτίας ενός ατυχήματος,  έχασε το ένα της μάτι, γεγονός που την κάνει να βλέπει καλύτερα με το άλλο. Αυτό το χάρισμα την βοηθάει να σώσει ένα μικρό γατάκι παγιδευμένο στον πάτο ενός πηγαδιού και να συνειδητοποιήσει έτσι την αξία της ιδιαιτερότητάς της.

Η ιστορία μου

Μία φορά κι έναν καιρό, σε μια όμορφη γειτονιά με πολλές και μικρές αυλές, κάπου στο κέντρο της πόλης, ζούσε ένα γατάκι που το έλεγαν Λούνα. Η Λούνα , όταν ήταν ακόμη μωρό, είχε μια περιπέτεια που της άλλαξε τη ζωή. Ένα ατύχημα της στέρησε το ένα της ματάκι, όμως εκείνη δε σταμάτησε να βλέπει ποτέ τον κόσμο με αγάπη και περιέργεια. 

Η Λούνα ήταν ένα πολύ τρυφερή και παιχνιδιάρικη γάτα! Όλη η γειτονιά την αγαπούσε και τη φρόντιζε. Κάθε πρωί, συνήθιζε, να νιαουρίζει στην Όλια, την αδερφή της, την οποία ξυπνούσε για να αρχίσουν τα παιχνίδια τους. Και, εννοείται, πως δεν έχαναν στιγμή! Σκαρφάλωναν στα πιο ψηλά δέντρα της γειτονιάς, ανέβαιναν στα κεραμίδια και έτρεχαν πάνω στις στέγες. 

Ύστερα ερχόταν και η ώρα του Τίγρη, του πιο μεγαλόσωμου ίσως γάτου της γειτονιάς! Ο Τίγρης ήταν λίγο μεγαλύτερος σε ηλικία και κάποιες φορές ήθελε την ησυχία του, κάτι που  με τη Λούνα και την Όλια τριγύρω δεν μπορούσε να συμβεί! Τον ξεσήκωναν και ξεκινούσαν το κυνηγητό. 

Ένα ανοιξιάτικο απόγευμα, που η παρέα είχε βγει για εξερεύνηση στην γειτονική πλατεία κάτι αναπάντεχο συνέβη. Ένας περίεργος ήχος ακουγόταν από το πηγάδι που βρισκόταν εκεί, αλλά δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι ήταν. Καθώς πλησίασαν κατάλαβαν ότι πρόκειται για ένα απελπισμένο νιαούρισμα. 

«Νομίζω πως ένα γατάκι έχει πέσει στο πηγάδι» φώναξε ο Τίγρης. 

«Ναι, αλλά εγώ δε βλέπω κάτι. Είναι θεοσκότεινα εκεί κάτω.» συμπλήρωσε η Όλια. 

Η Λούνα πήδηξε προσεκτικά πάνω στο πηγάδι και άρχισε να κοιτάζει διερευνητικά μέσα σε αυτό. Γούρλωνε το μοναδικό ματάκι της και πάσχιζε να δει τι γινόταν εκεί κάτω… Αφού έκανε δυο-τρεις γύρους στο στόμιο του πηγαδιού, σταμάτησε, τέντωσε την ουρά της, χαμήλωσε στα δύο μπροστινά της πόδια και έμεινε ακίνητη. Μετά από λίγο φώναξε: 

«Το βλέπω! Βλέπω το γατάκι! Είναι πιασμένο σε ένα μικρό κλαδί, στον πυθμένα του πηγαδιού.» 

Ο Τίγρης και η Όλια κοίταξαν απορημένοι τη Λούνα. «Πώς κατάφερες να το εντοπίσεις μέσα στο σκοτάδι;» 

Εκείνη χαμογέλασε και τους εξήγησε: «Από τότε που ήμουν μικρή, έμαθα να βλέπω με το ένα μου μάτι. Το έχω εξασκήσει τόσο πολύ, που τώρα βλέπω καλύτερα από όλες τις γάτες της γειτονιάς! Όμως μη χάνουμε χρόνο, πρέπει να βοηθήσουμε το μικρό μας φίλο. Πρέπει να είναι πολύ τρομαγμένος!» 

«Ναι αλλά πώς θα το βοηθήσουμε; Το πηγάδι είναι βαθύ.» ρώτησε η Όλια. 

Η Λούνα περιεργάστηκε λίγο ακόμα το πηγάδι, παρατήρησε την πλατεία γύρω γύρω και μετά το μάτι της έλαμψε. Είχε μια ιδέα! 

«Βλέπετε το καλάθι εκεί; Θα το χρησιμοποιήσουμε για να σώσουμε το γατάκι» φώναξε η Λούνα, δείχνοντας ένα μικρό καλάθι στην άκρη της πλατείας. 

Ο Τίγρης με ένα πήδημα έφτασε στο καλάθι. Το έπιασε με τα δόντια του και το έφερε κοντά στη Λούνα. 

«Χρειαζόμαστε όμως κι ένα σκοινί για να το δέσουμε και να το κατεβάσουμε μέσα στο πηγάδι», είπε η Λούνα. 

«Σας έχω τη λύση!» απάντησε η Όλια, η οποία κατευθυνόταν σε ένα δέντρο λίγα μέτρα μακριά από το πηγάδι. Μέσα σε δευτερόλεπτα είχε σκαρφαλώσει σε μία ξύλινη κούνια που κρεμόταν από το δέντρο. Με τα κοφτερά της δόντια κατάφερε να κόψει το σχοινί και τώρα επέστρεφε όλο καμάρι προς την Λούνα και τον Τίγρη. 

«Φαίνεται πως έχουμε ό,τι χρειαζόμαστε!» είπε αποφασιστικά η Λούνα, η οποία είχε ήδη ξεκινήσει να δένει το σκοινί γύρω από το καλάθι. 

Μόλις ετοιμάστηκε το καλάθι, ο Τίγρης και η Όλια έπιασαν το σκοινί και με αργές κινήσεις άρχισαν να το κατεβάζουν μέσα στο πηγάδι. Η Λούνα τους καθοδηγούσε με ακρίβεια. Τα αυτιά της ήταν τεντωμένα και το μοναδικό της μάτι καρφωμένο στο σκοτάδι. 

«Κατεβάστε το αργά… Ναι, λίγο ακόμα! Πιο δεξιά… τώρα στάσου!», έλεγε αγχωμένη και με αγωνία η Λούνα. 

Έτσι, με την καθοδήγησή της, το καλάθι έφτασε ακριβώς εκεί που ήταν το γατάκι. Και τότε το άκουσαν να νιαουρίζει ξανά. 

«Είναι πολύ φοβισμένο», παρατήρησε η Όλια. 

«Μην φοβάσαι μικρέ!» φώναξε η Λούνα και συμπλήρωσε «Είσαι ασφαλής! Πήδα μέσα στο καλαθάκι!» 

Το γατάκι δίστασε για λίγο, αλλά εμπιστεύτηκε τις τρεις γάτες που προσπαθούσαν να το βοηθήσουν. Με ένα μικρό πηδηματάκι βρέθηκε μέσα στο καλαθάκι και αμέσως κουλουριάστηκε. 

«Τώρα τραβάμε!» είπε με βροντερή φωνή ο Τίγρης. 

Οι γάτες, με συντονισμένες κινήσεις, τράβηξαν το σχοινί με προσοχή, ώσπου το καλάθι αναδύθηκε από το σκοτεινό πηγάδι και προσγειώθηκε απαλά στο έδαφος. Το μικρό γατάκι, αφού έβγαλε το κεφαλάκι του δειλά, κοίταξε γεμάτο ευγνωμοσύνη τους ήρωές του! Πετάχτηκε έξω και άρχισε να χοροπηδάει από τη χαρά του, ξεπερνώντας κάθε φόβο πια! 

Η Λούνα, η Όλια και ο Τίγρης βλέποντας το γατάκι να τρέχει ξέφρενα γύρω τους, ξέσπασαν στα γέλια. 

«Ήρθε η ώρα να σε επιστρέψουμε στη μαμά σου μικρέ» είπε κάποια στιγμή ο Τίγρης. 

«Θα έχει ανησυχήσει πολύ» συμπλήρωσε η Όλια. 

Το γατάκι, έπεσε στην αγκαλιά της Λούνα, θέλοντας να της δείξει την αγάπη της και την έγλυψε στο μάγουλο. Έπειτα οδήγησε τους νέους φίλους του στο σπίτι. Εκεί το περίμενε γεμάτη ανησυχία η μαμά του, η οποία μόλις το είδε, έτρεξε και το  αγκάλιασε σφιχτά. 

«Μα πού ήσουν; Με τρόμαξες!» αναφώνησε με ανακούφιση η μαμά του. 

Οι τρεις φίλοι τής εξήγησαν τι ακριβώς είχε συμβεί! Δεν ήξερε τι να τους πει, πώς να τους ευχαριστήσει. «Χωρίς εσάς, μπορεί να είχα χάσει το παιδάκι μου! Σας ευχαριστώ από τα βάθη της καρδιάς μου!» είπε συγκινημένη η μητέρα. 

«Χωρίς το μοναδικό, δυνατό μάτι της Λούνα, δεν θα τα είχαμε καταφέρει! Το δικό της μάτι αποδείχτηκε πιο ισχυρό και από τα τέσσερα δικά μας μαζί!», φώναξε η Όλια. 

«Λούνα, Όλια, Τίγρη… είστε οι καλύτεροι φίλοι που θα μπορούσε να έχει κανείς!» απάντησε η μητέρα. 

Η Λούνα έκλεισε παιχνιδιάρικα το ένα της μάτι στο μικρό γατάκι και είπε χαϊδεύοντάς το «Φιλία σημαίνει να βοηθάμε ο ένας τον άλλον, έτσι μικρέ μου;» 

Ο Τίγρης τέντωσε τη ράχη του περήφανα και συμπλήρωσε «Και οι γενναίες γάτες της γειτονιάς πάντα θα προσέχουν τους φίλους τους!» 

Έτσι οι τρεις φίλοι, χαρούμενοι που η παρέα τους μεγάλωσε και προστέθηκε άλλο ένα μέλος, πήραν το δρόμο του γυρισμού. Καθώς περπατούσαν δίπλα-δίπλα, οι ουρές τους κουνιόντουσαν ρυθμικά, γεμάτες ενθουσιασμό για όλα όσα είχαν ζήσει. Η περιπέτειά τους είχε τελειώσει, μα ήξεραν πως κάθε μέρα φέρνει νέες ιστορίες, νέα παιχνίδια και νέες στιγμές που αξίζει να μοιράζονται. Και αυτές είναι που τους δένουν μεταξύ τους και τους κάνουν μία δυνατή ομάδα! 

bottom of page